Τη Δευτέρα 18/3/2019 επισκέφτηκα το Αρχαιολογικό Μουσείο της Ιθάκης, όπου ομάδα αρχαιολόγων του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων αποτελούμενη από τον Καθηγητή Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου κ. Γιάννο Λώλο, τη Δρα Αρχαιολογίας κ. Χριστίνα Μαραμπέα, και τον Δρα Αρχαιολογίας κ. Κωνσταντίνο Τσώνο συνέχιζε (για 4η φορά φέτος στο πλαίσιο της Προγραμματικής Σύμβασης) τη συστηματική επιστημονική μελέτη των ευρημάτων της περιοχής της Σχολής Ομήρου, που η αρχαιολογική σκαπάνη των ανασκαφέων του Καθηγητή κ. Αθανάσιου Παπαδόπουλου και της αείμνηστης κ. Λ. Κοντορλή έφερε στην επιφάνεια.
Με εντυπωσίασε ο τεράστιος όγκος των προς μελέτη και αξιολόγηση αρχαιολογικών ευρημάτων αλλά και η μεθοδολογία της καταγραφής και της αξιολόγησής τους που ακολουθούσε η συγκεκριμένη ομάδα των αρχαιολόγων. Άλλωστε, τον βαθμό αυτής της επιστημονικής εργασίας την εγγυάται τόσο το επιστημονικό κύρος του επικεφαλής της ομάδας Καθηγητή κ. Λώλου όσο και των συνεργατών του, αρχαιολόγων με σημαντική επιστημονική δραστηριότητα.
Αναφορικά με τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα της εργασίας τους μπορεί κανείς να παραπέμψει στο δελτίο τύπου που κυκλοφόρησαν πρόσφατα και στο οποίο μεταξύ των άλλων σημειώνουν τα εξής: «Από την εκ νέου θεώρηση του υλικού της ανασκαφής, προκύπτουν σημαντικά στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνουν την παλαιότητα της χρήσης του χώρου κατά τους προϊστορικούς χρόνους, ήδη, μάλιστα, κατά την Τελική Νεολιθική φάση (4η χιλιετία π.Χ.), ενώ τεκμηριώνουν τον ιδιαίτερο, και πιθανώς πολλαπλό, ρόλο του εντυπωσιακού μνημειακού συγκροτήματος της Σχολής Ομήρου κατά τους ιστορικούς (Ελληνιστικούς-Ρωμαϊκούς) χρόνους, μέσα στο γεωγραφικό-πολιτισμικό πλαίσιο της βορειοδυτικής Ιθάκης. Η περιοχή αυτή, με το πλήθος των αρχαιολογικών θέσεων και στοιχείων, προβάλλει ως επίκεντρο αρχαίας οικιστικής ανάπτυξης και ακμής επί πολλούς αιώνες και ως πυρήνας των θρυλικών (Οδυσσειακών) παραδόσεων της Ιθάκης».
Από το ανωτέρω απόσπασμα του δελτίου τύπου εύλογα εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο χώρος αυτός κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς χρόνους συνεχώς και επομένως και κατά την περίοδο που έδρασε ο βασιλιάς της Ιθάκης Οδυσσέας αλλά και κατά τα Ομηρικά χρόνια. Επίσης, αποστομώνει αφενός τις απόψεις και αντιλήψεις παλαιότερων αρχαιολόγων που ήταν προκατειλημμένοι, γιατί απαξιούσαν να επισκεφτούν τον χώρο και να μιλήσουν με τους υπευθύνους Καθηγητές των ανασκαφών και αφετέρου νεώτερων, που προφανώς επηρεασμένοι από τους πρώτους και χωρίς να μελετήσουν σε βάθος τον χώρο και τα ευρήματα, έτρεχαν επιπολαίως να υιοθετήσουν απόψεις που δεν ευσταθούν.
Ως Πρόεδρος της Δημοτικής Επιτροπής για την προστασία και ανάδειξη της Ομηρικής Ιθάκης επιθυμώ να συγχαρώ και να ευχαριστήσω τους συγκεκριμένους αρχαιολόγους για τη σημαντική προσπάθεια που καταβάλλουν για να μελετήσουν και να αξιολογήσουν όλον αυτόν τον τεράστιο όγκο των ευρημάτων, που τα σπουδαιότερα εξ αυτών θα κοσμήσουν αργότερα τις προθήκες των Αρχαιολογικών Μουσείων της Ιθάκης.
Η Ολοκλήρωση αυτής της προσπάθειας καθώς και οι εργασίες της περίφραξης του αρχαιολογικού Χώρου που σε λίγες ημέρες αρχίζει, αλλά και οι εργασίες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας Κεφαλληνίας για την αξιοποίησή που θα ακολουθήσουν, θα προβάλλουν, έτι περισσότερο, την ΙΘΑΚΗ, τον τόπο αυτόν που έχει αναδειχθεί ως Παγκόσμιο Σύμβολο του ΝΟΣΤΟΥ, της ΑΝΑΖΗΤΗΣΗΣ και του ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΥ.
ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΚΑΡΑΝΤΖΗΣ
π. Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών